Tuesday, August 31, 2021

Οι Λαθεμένοι Χάρτες του Μπέρκλει, η Ψευτο-Ιστορία των Σιωνιστών, κι η Σατανική 'Αριστοκρατία του Πνεύματος'

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ ΑΝΕΝΕΡΓΟ ΜΠΛΟΓΚ “ΟΙ ΡΩΜΙΟΙ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ” 

Το κείμενο του κ. Νίκου Μπαϋρακτάρη είχε αρχικά δημοσιευθεί την 10η Φεβρουαρίου 2019 

———————————————–   

Οι Λαθεμένοι Χάρτες του Μπέρκλει, η Ψευτο-Ιστορία των Σιωνιστών, κι η Σατανική ‘Αριστοκρατία του Πνεύματος’
https://greeksoftheorient.wordpress.com/2019/02/10/οι-λαθεμένοι-χάρτες-του-μπέρκλει-η-ψευ/  

=================  

Οι Ρωμιοί της Ανατολής – Greeks of the Orient

Ρωμιοσύνη, Ρωμανία, Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία

Σε παλαιότερο κείμενό μου αναφέρθηκα στο τεραστίων διαστάσεων φαινόμενο των λαθεμένων χαρτών που εξεπίτηδες ετοιμάζονται και δημοσιεύονται από εγκληματίες ψευτοϊστορικούς, πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, εκδοτικούς οίκους, ΜΜΕ και πολλά από τα θεωρούμενα ως έγκριτα σάιτς και πόρταλς του Ιντερνέτ όπως η Wikipedia.

Το κείμενο βρίσκεται εδώ:

Οι Ιστορικοί Χάρτες που έχετε δει είναι σχεδόν Όλοι Ψεύτικοι! Απορρίψτε την Στρεβλή Ιστορία που έβαλαν στα κεφάλια σας!

https://greeksoftheorient.wordpress.com/2018/05/10/οι-ιστορικοί-χάρτες-που-έχετε-δει-είνα/

Οι εξεπίτηδες λαθεμένοι και στρεβλοί χάρτες αυτοί σκοπό έχουν να υποστηρίξουν τις διαστρεβλώσεις, τις παραποιήσεις, τις αποσιωπήσεις, τις αποκρύψεις, και τις αλλοιώσεις της Ιστορίας τις οποίες για διαφορετικούς λόγους σιωνιστές, ψευτομασώνοι κι ιησουΐτες επιχειρούν – η κάθε μυστική εταιρεία ανάλογα με τους στόχους και τα συμφέροντά της.

Μη νομίζετε ότι είναι εύκολο για ένα έστω μορφωμένο άτομο να εντοπίσει την παραχάραξη που υπάρχει σε ένα χάρτη! Δεν πρόκειται για χονδροειδείς παραποιήσεις βέβαια, γιατί τότε δεν θα τις πίστευε κανένας και θα γελοιποιούνταν αυτοί που θα τις δημοσίευαν. Πολλές παραποιήσεις εντοπίζονται σε ακραία σημεία χαρτών, σε λάθος ονομασίες, σε παραλείψεις τοπωνυμίων, ενώ άλλες αφορούν το πλαίσιο μέσα στο οποίο τοποθετείται το περιεχόμενο που θέλει να παρουσιαστεί στον χάρτη.

Μια παρουσίαση ανακριβειών πάνω σε ένα ιστορικό χάρτη επηρεάζει συχνά το υποσυνείδητο. Δηλαδή ο χάρτης γίνεται επί τούτω: για να τυπώσει στο υποσυνείδητο όσων τον βλέπουν μια στρεβλή εντύπωση. Έτσι, ένας χάρτης της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας των χρόνων του Ιουστινιανού που δείχνει χώρες γύρω από την Μεσόγειο κι ανατολικά μέχρι την Συρία παραχαράσσει την Ιστορία. Δείχνει σε όσους τον βλέπουν μια μεγάλη χώρα αλλά αποκρύβει έντεχνα μια ακόμη μεγαλύτερη χώρα που ήταν ο βασικός αντίπαλος του κράτους του Ιουστινιανού: το Σασανιδικό Ιράν του Χοσρόη Α’. Στην περίπτωση αυτή ένας σωστός χάρτης εκτείνεται από τον Ατλαντικό μέχρι τα δυτικά άκρα της Κίνας στην Κεντρική Ασία.

Συχνά η διόρθωση ενός και μόνον εσκεμμένα λαθεμένου χάρτη παίρνει χιλιάδες λέξεις για ένα εξειδικευμένο ιστορικό. Αναδημοσιεύω εδώ ολόκληρο ένα εξαιρετικό άρθρο του Έλληνα ανατολιστή, ιστορικού καθ. Μουχάμαντ Σαμσαντίν Μεγαλομμάτη, ο οποίος χρειάστηκε πάνω από 4000 λέξεις για να εξηγήσει πόσο λαθεμένος είναι ένας ιστορικός χάρτης της Ανατολικής Αφρικής στα ισλαμικά χρόνια τον οποίο δημοσίευσε στο σάιτ του το θεωρούμενο ως σπουδαίο αμερικανικό πανεπιστήμιο Μπέρκλει. Οι φωτογραφίες κι οι υπότιτλοι είναι από το άρθρο του Έλληνα ανατολιστή.

Εκτός από τις γνώσεις που θα αποκτήσετε για το θέμα, διαβάζοντας το άρθρο, θα αντιληφθείτε πόσο προκλητικές είναι αυτές οι παραποιήσεις όταν επιτελούνται από όσους αυτο-αποκαλούνται ‘αριστοκρατία του πνεύματος’ ενώ στην πραγματικότητα είναι οικτροί κι άθλιοι παραχαράκτες και πρόστυχοι σατανιστές.

Islam, Makuria, Sudan, Ethiopia, and Abyssinia, Map Forgery & Historical Falsification at Berkeley

Prof. Muhammad Shamsaddin Megalommatis

================================== 

“Dar al-Islam (the Muslim World) in the 13th century” / From: “The Travels of Ibn Battuta. A Virtual Tour with the 14th Century Traveler” uploaded in the portal of Berkeley University

(http://ibnbattuta.berkeley.edu/

The Sultanate of Delhi during the 13th c., prior to the rise of Khilji dynasty (under the Mamluk dynasty), controlled a much smaller territory leaving not only the entire Gujarat but also large parts of Rajastan out of its control.

13th c. Islamic territory in the Iberian Peninsula (above) & 14th c. Islamic Emirate of Granada in their real historical dimensions

The correct borders of the Mamluk state of Egypt in the Red Sea

Involving many universities, publishing houses, mass media, encyclopedias (and notably the Wikipedia), diplomatic services, and international NGOs, a vast project of systematic map forgery of global dimensions can be attested in an almost infinite number of cases either on hard copies or online. The existing trends that can be assessed after a meticulous observation of many thousands of maps lead us to the conclusion that the undertaken forgery only reflects and strengthens the historical falsification that we can notice in the texts of articles, scholarly articles, encyclopedia entries, and books. In other words, the historical falsification that has been systematically carried out at global scale by the Freemasonic / Zionist academics and their assistants covers also an incredibly high number of maps that are available for general and specialized readership.

To analyze the character, the nature and the targets of the entire falsification process it would take volumes; however, one can briefly identify the targets as fully reflecting the essence of the historical, philosophical, religious, ideological and political falsehood that the Freemasonic / Zionist academics want to diffuse. In this case, we have to primarily deal with a vicious discrimination that takes first the unsuspicious form of a mere differentiation; some nations, peoples, countries, states, persons, concepts, and issues are favored, whereas others are disfavored.

As per the needs of the above differentiation, the historical truth is magnified, embellished, and better highlighted for those favored, whereas it is undermined, tarnished and concealed for those disfavored. The methods involved are numerous and much diversified. The size of an article is merely an example. When you publish a 3000 words entry in an encyclopedia to present the history of a less important nation, and you allot only 1500 words for the entry which is dedicated to the history of another, definitely more important nation, certainly your intentions are evil, your publications are biased, and your falsification targets are to elevate what you favor and to lower what you disfavor – particularly if the history of the more important nation happens in addition to be better documented with more historical sources, larger textual and epigraphic evidence, and a longer record of diverse archaeological findings.

Except the size of an entry, many other parameters matter as well, when it comes to a systematic falsification effort. The overall presentation, the presence or the absence of maps, pictures and diagrams, etc., everything in fact adds points to the said effort. The contents of the text, and of the maps, are certainly the most essential parts of the falsification effort, but undoubtedly not the only.

When it comes to the contents of the maps, a country can be shown bigger or smaller, the borderlines can be shifted to one or the other side, the details included can be many or few; furthermore, the background color (which defines the territoriality) can be extended beyond the level of historical reality or withdrawn to some lesser (and false) degree.

If the map contents concern a moment of the past, for the cartographic forgers the distortion needed to achieve the falsification target is certainly an easier job than in the case the map contents relate to a current situation. No one will accept in 2014 the veracity and the trustworthiness of a European political map that depicts Crimea with the same color as that of Ukraine, because it is known to all that Crimea does not belong anymore to Ukraine, having effectively seceded earlier this year.

But what happens in the case of a historical map dating back to the Islamic Ages, the Christian times or the periods of the Oriental Antiquity? In these cases, the map forgery process becomes easier. Similarly with common lies, map forgery combines elements of historical truth along with points of distortion; there cannot be a ‘full lie’, because no one will believe it. And there cannot be a total map forgery, because people will immediately identify the map as purely fictional, fake, and therefore worthless.

The extensive map forgery project reveals the existence of a detailed plan shared by many, and this takes us to the level of an advanced conspiracy. Those who deny the existence of conspiracies are contradicted and rejected by History itself, because in the last 5000 years of History we have come across thousands of cases of conspiracy undertaken by two or more people, countries or organizations against their specific targets.

Actually, if we accept for a moment the incredible falsehood that there has never been any conspiracy in the World History, we will have to interpret all the cases of map forgery and historical falsification as the result of mere human errors. This is not however possible, because there is plenty of evidence that many authors and researchers did not share the false view or idea (that takes the form of a specific map forgery or historical falsification) and that they presented a different viewpoint.

If, contrarily, these points that we consider as forgery were generally accepted as truthful and correct by all authors and researchers, and one specialist demonstrated that these points were actually wrong and mistaken, we could accept that, before the refutation and the rectification of the mistaken points, all scholars had committed an error.

We could even accept, in the case of some authors presenting the historical truth and others developing a different version, that the latter committed merely a mistake; but in this case, there should not be a specific trend (in favor of one land, country, state, nation, national history or person) that is repeated across many different maps, articles and books.

In this regard, a mere comparison helps us reveal the truth, i.e. identify whether a case of map forgery really took place. If the mistake is generally repeated by all, we can conclude that it is a real error. If the mistake occurs here and there, but there are more specialized publications that present a different, historically correct, view and do not accept the mistake, we have certainly to do with a case of deliberate forgery and not with a mistake; particularly if the specific target is the same as in many other cases of forgery, which means that the specific target was the common denominator in all these cases of forgery.

It is essential to point out at this moment that map forgery does not only occur in a specialized per subject map, but can be noticed in subject-unrelated maps and articles, which means that we are indeed in front of a vastly implemented project of forgery of disproportionate size.

One of the modern countries that has been methodically supported by the vast map forgery project and the overall historical falsification program is Abyssinia (which only recently was also fallaciously re-baptized as ‘Ethiopia’ despite the fact that, as per the Ancient Greek and Roman sources whereby this name was first used, ‘Ethiopia’ is the state, the land and the Cushitic nation immediately south of Egypt, so today’s North Sudan).

As per the needs of the historical falsification, Ethiopia is presented confusingly and mistakenly as identical with Abyssinia (whereas it is not) and also as larger of dimension. Many different maps in diverse websites and books portray Abyssinia falsely and in size greater than its real as per the historical period concerned in order to boost its image.

Example of map forgery in the portal of Berkeley University, US

In the present article, I will focus only one map and demonstrate its forged nature. It is very shameful that the map was published in the portal of an American university, but given the biased position of the US government in so many issues, taken into account the existence of various lobbies and their corrupt practices, and bearing in mind the utilization of the US universities by the US establishment and the powers that be, one can understand why this forgery was attempted at the detriment of all readers.

The forgery example is therefore taken from a presentation which, under the title “The Travels of Ibn Battuta. A Virtual Tour with the 14th Century Traveler”, is featured in the portal of Berkeley University (http://ibnbattuta.berkeley.edu/). In the section Introduction (see link) there is a map that supposedly helps the student grasp the size of the Islamic world within the limits of the then known world and the most important empires and kingdoms of the 1st half of the 14th c. Under the map, at the bottom of the page, the legend reads: “Dar al-Islam (the Muslim World) in the 13th century”. This must be a typographical error (because Ibn Battuta traveled in the 14th c.) or then the map is misplaced.

However, as the Sultanate of Delhi is depicted as having the dimensions it had under the Sultan Ala al din Khilji (1296 – 1316), I rather believe that the wrong legend is due to a typo. Actually, the Sultanate of Delhi during the 13th c., prior to the rise of Khilji dynasty (under the Mamluk dynasty), controlled a much smaller territory leaving not only the entire Gujarat but also large parts of Rajastan out of its control.

Another indication about the correct period for this map is given by the borderlines of the Islamic Emirate of Granada (Nasrid Kingdom) in Andalusia. In the map, the Nasrid state is portrayed within the borders it had during the 14th c., whereas in the 13th c. the Almohad territory was quite larger.

Last, since the map mentions the Mamluk Kingdom of Egypt, which was incepted only in 1250, so in the very middle of the 13th c., we cannot afford to take it as reflecting the historical realities of the 13th c. (it does not cover its first half) but rather the very end of the 13th c. and the 14th c. Islamic world; so this also confirms that the wrong legend is the result of a typo.

However, these are not the mistakes I wanted to discuss; nor do I want to mention the numerous general mistakes of this fabrication that is however included in the portal of Berkeley University. In fact, there are no borderlines for either the Islamic states or the other realms; this leaves the students with a very poor understanding of the era concerned.

Map forgery to portray part of 14th c. East African coast as out of Islamic control

The grave mistake, which was deliberately made in order to give a disproportionate size of, and impression about, Ethiopia, concerns the Eastern African coast. The historical truth is that the entire African coast of the Red Sea and, beyond Bab al Mandeb straits, the Eastern African coast down to today’s Mozambique was part of the Islamic world.

However, in the map, the southern borders of the Mamluk state in Egypt are wrongly placed far more in the north than their actual, historical extent. Part of the Red Sea coast of Africa that corresponds to part of the coast of Modern Egypt, the entire coast of Sudan, the northern part of Eritrea’s coast is shown as out of the Islamic World, which is totally wrong. Beyond that point, from Eritrea’s southern coastal confines to Mozambique the African coast is included within the borders of the Islamic world, which is correct.

As per the wrong borderlines of the map, the southernmost area that the Mamluk state controlled in Egypt’s Red Sea coast was Berenice and the cap Ras Banas; this is a tremendous historical mistake, because the Mamluk control extended farther in the South.

The Red Sea coast of Africa that is shown as out of the Islamic world has a size that comprises the following three major cities-harbors, namely Aydhab, Suakin and Massawa. These cities are mistakenly depicted as lying out of the Islamic control.

Aydhab is today a desolate place in the so-called triangle of Halaib; this means that it is located within today’s Egyptian territory and in its south-easternmost extremity, which is considered by Sudan as de jure Sudanese territory.

Suakin is today a thriving harbor in Sudan’s Red Sea coast southwestwards of Jeddah, which – on the opposite seaside – was the traditional Arabian coast harbor where all Muslims disembarked when traveling to perform Hajj in Mecca and Medina.

Massawa is the main harbor or Eritrea, located in its northern coast, around 110 km from Asmara, the Eritrean capital in the inland.

What happened to Aydhab, Suakin, and Massawa in the late 13th and during the 1st half of the 14th century, when Ibn Battuta lived, traveled, and even crossed these territories? To what state did these cities belong? This is what we will examine now.

Aydhab

Aydhab belonged to a small Christian Kingdom of the indigenous nation of the Blemmyes (today’s Beja) after the Eastern Roman control of Egypt was terminated in 642 CE with the arrival of the Islamic armies, and until this southern extremity of Egypt was recaptured by the Fatimid authorities that ruled from Cairo in the end of the 10th c. CE. The local Beja royal family managed to survive as vassal for several hundreds of years, but it did not have a substantive power beyond the administration of the local affairs. They were able only to create some problems to the Islamic authorities in Cairo from time to time.

 Following the Islamic occupation of Alexandria and the Northern African coast (642 – 651), the south of Egypt escaped the early Islamic Caliphate’s control and belonged to a Christian Nubian kingdom named Nobatia, which was closely linked with the Coptic Patriarchate of Alexandria. Nobatia’s capital was at Faras, not far Abu Simbel, which is today Egypt’s southernmost city on the Nile. However, some time in the 8th – 9th c., in order to face the mounting Islamic pressure from the North, Nobatia was forced to merge (despite Christological differences) with its southern neighbor Makuria, the main Christian Kushitic state in the land that was called Ethiopia by the Greeks and the Romans and Sudan by Arabic speaking people. It goes without saying that this land and this Kushitic nation have nothing to do with the Semitic, non-African, Amhara and Tigray Abyssinians who only recently usurped the name of Ethiopia which does not belong to their Semitic past, as it is diametrically opposed to their Yemenite ethnic origin. Aswan became part of the Islamic world in the early 10th c.

As the Fatimid rulers ensured full control over today’s Egypt’s territory and secured the transportation in the southernmost confines of their territory, it was very common for caravans to cross diagonally the Eastern Desert from Edfu or Aswan to Aydhab (the pattern existed in pre-Islamic times when caravans used to cross from Qena or Qift to Berenice) and then sail to Arabia, Yemen, and other destinations.

During the Crusades, Aydhab was attacked and destroyed (1182) but there was no Crusaders’ settlement in the area. King Dawud of Makuria attacked Aydhab in 1270, but this was only one of the last spasms of the Christian Ethiopian state of Makuria; the Mamluk Sultan of Egypt counterattacked and Makuria became a vassal state thus starting its downgrading spiral that led to its extinction within a century.

Aydhab was crossed by Ibn Battuta himself; this is what he wrote about it:

“Thence my way lay through a number of towns and villages to Munyat Ibn Khasib [Minia], a large town which is built on the bank of the Nile, and most emphatically excels all the other towns of Upper Egypt. I went on through Manfalut, Asyut, Ikhmim, where there is a berba with sculptures and inscriptions which no one can now read-another of these berbas there was pulled down and its stones used to build a madrasa–Qina, Qus, where the governor of Upper Egypt resides, Luxor, a pretty little town containing the tomb of the pious ascetic Abu’l-Hajjaj, Esna, and thence a day and a night’s journey through desert country to Edfu.

Camels, Hyenas, and Bejas

Here we crossed the Nile and, hiring camels, journeyed with a party of Arabs through a desert, totally devoid of settlements but quite safe for travelling. One of our halts was at Humaythira, a place infested with hyenas. All night long we kept driving them away, and indeed one got at my baggage, tore open one of the sacks, pulled out a bag of dates, and made off with it. We found the bag next morning, torn to pieces and with most of the contents eaten. After fifteen days’ travelling we reached the town of Aydhab, a large town, well supplied with milk and fish; dates and grain are imported from Upper Egypt. Its inhabitants are Bejas. These people are black-skinned; they wrap themselves in yellow blankets and tie headbands about a fingerbreadth wide round their heads. They do not give their daughters any share in their inheritance. They live on camels milk and they ride on Meharis [dromedaries].

One-third of the city belongs to the Sultan of Egypt and two-thirds to the King of the Bejas, who is called al-Hudrubi. On reaching Aydhab we found that al-Hudrubi was engaged in warfare with the Turks [i.e. the troops of the Sultan of Egypt], that he had sunk the ships and that the Turks had fled before him. It was impossible for us to attempt the sea-crossing [across the Red Sea], so we sold the provisions that we had made ready for it, and returned to Qus with the Arabs from whom we had hired the camels”.

At a later date, Ibn Battuta sailed from Jeddah to Aydhab; this is what he mentions about it:

 “After the [AD 1332] pilgrimage I went to Judda [Jedda], intending to take ship to Yemen and India, but that plan fell through and I could get no one to join me. I stayed at Judda about forty days. There was a ship there going to Qusayr [Kosair], and I went on board to see what state it was in, but I was not satisfied. This was an act of providence, for the ship sailed and foundered in the open sea, and very few escaped.

Afterwards I took ship for Aydhab, but we were driven to a roadsted called Ra’s Dawa’ir [on the Egyptian coast of the Red Sea], from which we made our way [overland] with some Bejas through the desert to Aydhab. Thence we travelled to Edfu [on the Nile] and down the Nile to Cairo, where I stayed for a few days, then set out for Syria and passed for the second time through Gaza, Hebron, Jerusalem, Ramlah Acre, Tripoli, and Jabala to Ladhiqiya”.

Suakin

In the Antiquity, Suakin was known as Ptolemais Theron (Ptolemais of the Hunters), and it was a Ptolemaic and Roman colony that remained out of the control of the great inland state of Ethiopia (which is Sudan) that had its capital at Meroe (today’s Bagrawiyah), not far from the point where Atbarah river (Astavaras in Ancient Greek texts) joins the United Nile river.

Meroe was far greater, wealthier, and more important than Axum, the capital of Abyssinia that stretched further on the south in the mountainous area of today’s Northern Eritrea and the confines of Northern Abyssinia (today’s Fake Ethiopia). Whereas Axum, capital of Abyssinia, controlled the harbor city of Adulis (nearby today’s Massawa) and the surrounding coastland, Meroe did not control any portion the Red Sea coast of today’s Sudan. Meroe was far larger and stronger a state, but its trade with Egypt (and later the Roman Empire) and across Sahara turned it to a formidable continental power.

After the Abyssinian Axumite attack and destruction of Meroe (370 CE), and following a 50-year period of migrations and confusion, most of Meroitic Ethiopia’s territory became the center of the Christian Ethiopian state of Makuria with capital at Dunqula Agouza, around 580 km south of today’s Egyptian/Sudanese borderline. After Nobatia (further in the North) and Makuria, a third Christian state was incepted in the area of today’s Khartoum. Makuria was stronger than the other two states and controlled today’s Sudanese coastline, but in Sudan (i.e. the true Ethiopia) Christianity was spread from the North, not from the Southeast (Axumite Abyssinia). In reality, there were never good relations between the three Kushitic Christian kingdoms of Ethiopia and the Semitic kingdom of Abyssinia.

With the early expansion of Islam, the Red Sea coast escaped from the control of both, Makuria (Ethiopia) and Abyssinia, becoming part of Islamic Caliphate’s territory. As Makuria was a Sahara-centered kingdom (like Meroitic Ethiopia), the kings of Dunqulah managed to survive, prosper and expand across Sahara for many long centuries; quite contrarily, as Axumite Abyssinia was a Red Sea / Yemen-centered kingdom, it disintegrated immediately and disappeared quickly, leaving no posterior traces other ruins.

The indigenous nation of Blemmyes (Beja), who live west of the Nile in the times of the Egyptian Antiquity and whose pre-Islamic past is known for several millennia thanks to Egyptian Hieroglyphic, Greek, Latin and Coptic texts, may have enjoyed a limited independence around Suakin as a vassal state for several centuries after the early expansion of Islam. There was however no chance for a united Beja kingdom; this nation appears to have been divided across tribal lines until they were progressively Islamized.

In Islamic historiography, Suakin is first mentioned by al Hamdani. The Mamluk pressure started being felt as early as 1264, when Islamic armies from Upper Egypt took control of Suakin, although Makuria still existed in the inland. The rise of Mamluk influence in the Makurian affairs, the Islamization of part of the Makurian nobility, and the internal Beja royal rivalry between Aydhab and Suakin are the three reasons of the consolidation of Islamic control over Suakin.

After 1317, Suakin was permanently under Islamic control and, few decades later, Makuria totally collapsed in the inland, leaving Alodia as the only Christian Ethiopian (Sudanese) state which survived until as late as 1600. The loyalty of the Suakin Beja ruler to the Mamluk ruler at Cairo was expressed after 1317 with the dispatch of no less than 80 slaves, 300 camels, and 30 tusks of ivory annually! Progressively the Beja became Muslims.

Al Dimashqi, who slightly antedates Ibn Battuta, mentioned the existence of a local king. Ibn Battuta referred to Suakin where he however never set foot, specifying that the local Sultan was the son of the Sharif of Mecca, and that he had inherited this position from his maternal uncles, who were Beja, which in itself testifies to an advanced level of Beja Islamization.

Massawa

The Eritrean Red Sea coast came under the Islamic Caliphate’s control as early as the middle of the 7th c. The first Islamic naval attack against the Abyssinian harbor of Adulis took place already in 640 – even before the siege of Alexandria – under the admiral of the Red Sea fleet Alkama ibn Mujazziz. After several battles and counterattacks, Adulis was finally occupied and destroyed never to recover again. Subsequently, Axum, the Abyssinian capital, was cut off from the Red Sea trade routes and deprived from its main resources; it was therefore only normal that its end came soon afterwards because the small country did not control any part of the African hinterland, having always been a Red Sea / Yemen-centered state.

The fact that the three Christian Kingdoms of Ethiopia, notably Nobatia, Makuria and Alodia in today’s Sudanese territory, had always isolated and quarantined Axumite Abyssinia played a determinant role in the final elimination of Axum.

 As Beja progressively expanded, several small local kingdoms were formed across the former Abyssinian coastland (i.e. the northern coast of today’s Eritrea), and mixed marriages with Muslims (mainly Yemenite merchants and navigators) consolidated their limited basis as vassals of the Caliph.

Massawa rose gradually to prominence in the Dahlak archipelago region (around 50 km north of the ancient Abyssinian harbor of Adulis), but was always subordinated to the Islamic Caliphate as regards governmental issues, and heavily dependent on northern Beja tribes and royal lines. This tribal royal tradition continued down to the Ottoman times, when Massawa was a Turkish stronghold in the South. Then, the ‘viceroy’ of Massawa had to report to the Ottoman governor of Suakin. All the small sultanates that were formed on northern Eritrean territory were peacefully kept as vassal dependencies of the Caliphate for many centuries until they were annexed to the Ottoman Caliphate.

Conclusion

Following the above points, we can safely claim that

– the map included in the presentation “The Travels of Ibn Battuta. A Virtual Tour with the 14th Century Traveler” featured in the portal of Berkeley University is historically wrong and greatly misplaced.

– it should have included all the African Red Sea coast into the Dar al Islam territory that is the only demarcated in this map.

– the name ‘Ethiopia’ is wrongly placed nearby the Red Sea coast and should therefore be removed to the left (further in the Sudanese inland) and there replaced by ‘Makuria’ and ‘Alodia’ with the extra definition ‘Christian kingdoms of Ethiopia’. There is enough space for this information to be properly added on the map.

– to the south of Alodia, ‘Abyssinia’ should also be noted because the small and barbaric Amhara state had already been formed in 1270 (under the fake ‘Solomonic’ dynasty with the exorbitant claims and the historical falsification as foundation of its misplaced, pseudo-Christian pretensions).

– finally, alongside the Somali coast, the precision ‘Somali Sultanates’ should be added.

Monday, August 30, 2021

Γνώση, Σοφία, Πίστη, Σωτηρία, και το Επερχόμενο, Αναπόφευκτο Τέλος: Διαφορά Οπτικών Γωνιών με τον φίλο κ. Νίκο Μπαϋρακτάρη

Το τελευταίο εικοσαήμερο αναδημοσίευσα πάνω από 20 παλαιότερες αναρτήσεις του κ. Νίκου Μπαϋρακτάρη από το σήμερα πλέον ανενεργό μπλογκ του ‘Οι Ρωμιοί της Ανατολής’. Όλες αυτές οι αναδημοσιεύσεις με αφορούσαν προσωπικά δεδομένου ότι η προσωπική μου γνωριμία με τον φίλο και συνομίληκο Νίκο πάει πίσω στο 2011 και καλύπτει ένα μεγάλο αριθμό συναντήσεων στην Αίγυπτο, την Σομαλία, την Κένυα, το Καζακστάν, την Ρωσσία, την Κίνα και ακόμη την Γερμανία.

Ο κ. Μπαϋρακτάρης είχε εκτεταμένα και διεξοδικά αναφερθεί σε μένα, δημοσιεύσεις και δραστηριότητές μου, αναδημοσιεύσει πολλές online αναρτήσεις μου, όπως και αποσπάσματα άρθρων και βιβλίων μου, σχολιάσει πολλά από αυτά, επεκταθεί σε επανειλημμένες συζητήσεις μας, και μάλιστα μετατρέψει αρκετά άρθρα μου σε βίντεο τα οποία μπορεί σήμερα κάποιος να βρει σε σάιτς όπως www.ok.ruwww.vk.comwww.vimeo.comwww.dailymotion.comwww.youtube.com, και άλλα, είτε στις εκεί σελίδες του κ. Μπαϋρακτάρη, είτε στις δικές μου. Στο σημείο αυτό, θέλω να τον ευχαριστήσω για τον χρόνο που αφιέρωσε σε μένα, τα βιβλία και τα άρθρα μου, για την αφοσίωσή του, και για την φιλία του.

Ήταν λοιπόν φυσικό πολλοί αναγνώστες να βρουν ένα διαφορετικό ‘λόγο’ στις αναδημοσιεύσεις των αναρτήσεων του κ. Μπαϋρακτάρη εδώ και να μου γράψουν, επίμονα ρωτώντας με σε ποια σημεία διαφωνούμε και σε ποια συμφωνούμε οι δυο μας. Αυτό συνέβη επειδή, όπως θα αναμενόταν, παρουσιάζοντας άρθρα ή βιβλία μου και αναφερόμενος σε εμένα, ο φίλος Νίκος αυθόρμητα παρενέβαλε και δικές του αντιλήψεις, θέσεις, γνώμες και πεποιθήσεις. Άλλωστε και η οπτική γωνία από την οποία έβλεπε και βλέπει δημοσιεύσεις και δραστηριότητές μου ο κ. Μπαϋρακτάρης είναι εξολοκλήρου δική του.

Προσωπικά θα έλεγα ότι πρόκειται για διαφορά είτε οπτικών γωνιών, είτε εκφραστικών μέσων, είτε χαρακτήρων. Και επειδή βρίσκω το θέμα αρκετά ενδιαφέρον, διατίθεμαι τώρα να αποσαφηνίσω ορισμένα σημεία. Η σχεδόν παμψηφία των ανθρώπων της Γης έχει την απατηλή εντύπωση και την λαθεμένη γνώμη ότι, όπου και αν ζούσαν οι ίδιοι, θα συνέχιζαν να έχουν τις ίδιες γνώμες, απόψεις, και αντιλήψεις. Αυτή η αφέλεια οφείλεται σε βαθειά άγνοια και εγγενή αποπλάνηση.

Και για να δώσω ένα παράδειγμα, θα τονίσω ότι δεν εννοώ μόνον ότι, αν η μητέρα του Μάο, μετά την ολοκλήρωση του θηλασμού, είχε εμπιστευθεί το βρέφος της σε μία περουβιανή γυναίκα και ο Μάο είχε στην συνέχεια μεγαλώσει στο Περού, θα ήταν ολότελα διαφορετικός. Αυτό εξυπακούεται. Αλλά εννοώ ότι, αν ένα ‘διαμορφωμένο’ άτομο σε ηλικία 30 ετών, μετακομίσει από την Κάρπαθο στην Κοζάνη, και ζήσει εκεί 20 χρόνια, όταν θα επιστρέψει στην Κάρπαθο, θα φανεί αγνώριστος στους παλιούς συντοπίτες του. Ο χαρακτήρας του θα έχει αλλάξει ολότελα από την διαφορετική γη όπου θα έχει ζήσει.

Ι. Διαφορά χαρακτήρων

Έτσι λοιπόν ο κ. Μπαϋρακτάρης και εγώ εζήσαμε ολότελα διαφορετικές ζωές μέχρις ότου συναντηθούμε, μαζί με τον κοινό μας φίλο, για πρώτη φορά στα 55 μας, το φθινόπωρο του 2011, στο Κάιρο, στην πλατεία (μεϋντάν) Ταλαάτ Χαρμπ (δυο βήματα από την, πολύ μεγαλύτερη, πλατεία Ταχρίρ), στο ιστορικό καφέ Γκρόπι. Και οι δύο μας είχαμε ταξιδεύσει πάρα πολύ, αλλά τα ταξείδια μας ήταν επίσης πολύ διαφορετικά και ως εκ τούτου είχαν αποτυπώσει επάνω μας πολύ διαφορετικές επιδράσεις.

Ως θαλασσινός ο κ. Μπαϋρακτάρης εργαζόταν σε βαπόρια σε ελληνικές θάλασσες και στην Μεσόγειο και στις κατ’ έτος διακοπές του ταξείδευε σε διάφορες χώρες. Ως ιστορικός και αρχαιολόγος εγώ εργαζόμουν σε διάφορες χώρες και βρισκόμουν συνέχεια σε πολύ απομακρυσμένους τόπους, χωριά, αρχαιολογικούς χώρους και τοποθεσίες σε μία έρευνα ανασύστασης του αρχαίου πνεύματος είτε στην βάση αρχαίων κειμένων και μνημείων, είτε στην διάσταση της γεωμορφολογικής επίδρασης κατά την διαμόρφωση πολιτισμικών συνθηκών, είτε στην απόπειρα εντοπσμού στοιχείων και καταλοίπων παλαιοτέρων πολιτισμών στους αυθεντικούς εντόπιους κατοίκους πολλών διαφορετικών περιοχών της Ασίας και της Αφρικής.

Τι μπορεί να σημαίνουν όλα αυτά σε πρακτικό επίπεδο; Θα δώσω ένα απλό παράδειγμα. Και ο κ. Μπαϋρακτάρης και εγώ έχουμε επισκεφθεί την Περσέπολη. Αλλά ο Νίκος έχει πάει εκεί δύο φορές και έχει μείνει στον ευρύτερο χώρο κάποιες ώρες. Εγώ έχω επισκεφθεί την Περσέπολη πάνω από 30 φορές (δεδομένου ότι σε μία μόνο περίσταση έμεινα για ένα μήνα σε σπίτι φιλου στην κοντινή κωμόπολη Μαρβ Νταστ / ενώ ο Νίκος γυρνούσε στο ξενοδοχείο του στην Σιράζ που απέχει αρκετές δεκάδες χιλιόμετρα) και επιπλέον έχω μείνει στον ίδιο τον αρχαιολογικό χώρο (μαζί με τους φύλακες) για αρκετά βράδια.

Η πραγματική μελέτη, εξερεύνηση και κατανόηση ενός χώρου και του παρελθόντος του απαιτεί παραμονή εκεί, απομόνωση και ασκητισμό. Αλλοιώς παραμένει κάποιος σε άχρηστα επιφανειακά θέματα τα οποία δεν απαιτούν καν μετακίνηση.
Περσέπολη, Ιράν

Όποιος δεν αντιλαμβάνεται ότι η έρευνα ενός χώρου, ενός έθνους, μίας κοινότητας και ενός πολιτισμού είναι πρωτίστως η έρευνα της ψυχής τους και ότι αυτό δεν επιτυγχάνεται με υλικές-υλιστικές αλλά με ψυχικές μεθόδους έρευνας, απλώς δεν μαθαίνει τίποτα, δεν κατανοεί τίποτα, και μπορεί να γράψει 100 τόμους για το αντικείμενο της έρευνάς του, αλλά το περιεχόμενο των τόμων αυτών είναι νεκρό.

Σε μία τέτοια περίπτωση, ο επιτόπιος ερευνητής με την υλική-υλιστική προσέγγιση και αποτίμηση είναι απλώς ένα σκαλοπάτι πιο πάνω από τον -αποκομμένο από την ζωή- ερευνητή βιβλιοθηκών και πανεπιστημίων, ο οποίος ζει και εργάζεται 6000 χμ (ή και περισσότερο) μακριά από το αντικείμενο έρευνάς του, θεωρητικολογεί μη αισθανόμενος τίποτα από την απτή πραγματικότητα του αρχαίου πολιτισμού τον οποίο υποτίθεται ότι μελετάει, και έτσι αναπαράγει νεκρά σχήματα, λέξεις, μορφές και ανύπαρκτο περιεχόμενο.

Οπότε, ναι! Η επιτόπια έρευνα είναι πολύ πιο σωστή από την έρευνα εκ του μακρόθεν αλλά υπάρχουν πολλές διαστάσεις στην επιτόπια έρευνα και αυτές θέλουν και χρόνο, και κατάλληλη προετοιμασία, και απόλυτη απομόνωση. Με γεμάτο το στομάχι, κανένας δεν βρέθηκε απέναντι από τον Δαρείο τον Μέγα. Το φαγητό είναι σε τέτοιες περιπτώσεις σκέτη κατάρα.

Bibliothèque Mazarine, Institut de France (Γαλλική Ακαδημία, Βιβλιοθήκη Μαζαρίνου): αναρίθμητοι τόμοι, μία πελώρια συλλογική προσπάθεια αιώνων και μία νεκρή, αποσπασματική και άχρηστη γνώση.

Τα παραπάνω δίνουν το μέτρο της ζωής μου και τις διαφορές, τις οποίες η ίδια η ζωή εδημιούργησε ανάμεσα σε εμένα και τον φίλο Νίκο. ‘Αλλωστε, ούτε εκείνος είχε την δική μου αποστολή κατά τον παρόντα βίο, ούτε και εγώ την δική του. Οπότε, αν αφήσω κατά μέρος την διαφορά χαρακτήρων, την οποία η διαφορετική ζωή μας επιδίκασε στον καθένα μας, θα ασχοληθώ με τις άλλες διαφορές μας.

ΙΙ. Διαφορά εκφραστικών μέσων

Πολλοί αναγνώστες διέκριναν μία έντονη διαφορά έκφρασης και γλώσσας. Αυτό είναι γεγονός, αλλά δεν είναι κάτι στο οποίο δίνω ιδιαίτερη σημασία. Αυτό έχει περισσότερο να κάνει με την διάθεσή μου να συνθέτω ‘γραπτό λόγο’, όταν γράφω, και να χρησιμοποιώ ‘προφορικό λόγο’, όταν ομιλώ. Αντίθετα, ο κ. Μπαϋρακτάρης συνειδητά θέλει να ομιλεί όταν γράφει και έτσι αποτυπώνει γραπτώς ένα προφορικό λόγο. Αυτή η διαφορά ανάμεσα στον γραπτό και τον προφορικό λόγο υπάρχει για πολλές χιλιάδες χρόνια, και ακόμη και τα αρχαία αιγυπτιακά ιερογλυφικά, τα οποία -ως θεωρητική σύλληψη- είναι η ανώτερη γραφή η οποία επινοήθηκε στην Ιστορία της Ανθρωπότητας, δεν την υπερέβησαν.

Κατά τα λοιπά, ο κάθε άνθρωπος έχει τον δικό του τρόπο να χαρακτηρίζει όντα και περιστάσεις, να περιγράφει καταστάσεις, και να εκφράζει τις γνώμες του όπως εκείνος αισθάνεται καλλίτερα. Απόψεις και τοποθετήσεις του στυλ ‘αυτό είναι ή δεν είναι επιστημονικός λόγος’ θεωρώ απλώς ως συνήθεις μικροαστικές συμβατικότητες και -σαφέστατα- υπεράσπιση υποκρισίας. Βεβαίως και ύβρεις δεν έχουν θέση σε ένα επιστημονικό ή ακόμη και εγκυκλοπαιδικό-εκλαϊκευτικό κείμενο, αλλά τα όρια ανάμεσα στο τι αποτελεί ‘ύβρη’ για τους μεν και ‘αρνητική αποτίμηση’ για τους δε είναι εξόχως δυσδιάκριτα.

Τα προαναφερόμενα σχετίζονται και με το περιεχόμενο ενός οποιουδήποτε κειμένου. Εγώ δεν ασχολούμαι -τουλάχιστον γραπτώς- με την ελληνική πολιτική ζωή, ή την πολιτική ζωή πολλών άλλων χωρων και, είτε κατέχω λεπτομέρειες είτε όχι, ολότελα αδιαφορώ για αυτές. Και όταν ακόμη γράφω για τις περιστάσεις της πολιτικής καθηεμρινότητας σε μία χώρα, την οποία γνωρίζω πολύ καλά, αδιαφορώ για τα πρόσωπα και εστιάζω σε κυβερνητικές πρακτικές και λαϊκές αντιδράσεις. Εμπάθεια συνεπάγεται συμμετοχή και απάθεια σημαίνει αποστασιοποίηση. Και πάντοτε κρατώ απόσταση από όλα ώστε να έχω καλλίτερο οπτικό πρίσμα. Αλλά ασφαλώς και όλες ανεξαιρέτως οι λέξεις υπάρχουν για να …. χρησιμοποιούνται. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχουν απαγορευμένες λέξεις.

Θυμάμαι βέβαια πολύ καλά ότι, όταν ήμουν σε μικρή ηλικία (κατά την δεκαετία του 1960), υπήρχε πλήθος απαγορευμένων λέξεων. Ακριβώς αυτό αποκαλώ πιο πάνω ‘μικροαστικές συμβατικότητες’. Αλλά αν αυτό αποτελεί τμήμα της κατ’ οίκον αγωγής, εκπαίδευσης και παιδείας, τότε έχει ένα κάποιο νόημα: δεν είναι ορθό ένα ανήλικο παιδί να μαθαίνει και να χρησιμοποιεί λέξεις, τις οποίες ντε φάκτο από την ηλικία του δεν μπορεί να κατανοήσει. Και η σφαίρα της γενετήσιας ορμής πρέπει να γίνεται γνωστή κατά την εφηβεία και όχι νωρίτερα, διότι σκοτώνει την παιδική αθωότητα, κάτι το οποίο αποτελεί έγκλημα.

Υπάρχει βεβαίως, αναφορικά με τα χρησιμοποιούμενα εκφραστικά μέσα, και ένα τεράστιο θέμα αναφοράς: για ποιον/ποιους γράφει ή σε ποιον/ποιους ομιλεί κάποιος. Το αναγνωστικό κοινό ή το ακροατήριο, στο οποίο κάποιος απευθύνεται, αποτελεί καθοριστικό κριτήριο των εκφραστικών μέσων τα οποία χρησιμοποιεί. 

ΙΙΙ. Μάθηση-Εκμάθηση/Γνώση – Μαθητής/Δάσκαλος: Ένα Οικτρό Ψέμμα

Υπάρχει ασφαλώς διαφορά οπτικών γωνιών ανάμεσα σε εμένα και τον κ. Μπαϋρακτάρη και αυτές οφείλονται όχι τόσο στις κοσμοθεωρήσεις μας, οι οποίες είναι σχεδόν πανομοιότυπες, αλλά στα συμπεράσματα που εξάγουμε από αυτές και τα οποία είναι συχνά-πυκνά διαφορετικά. Αυτό μπορεί να ακούγεται παράξενο, εφόσον ο φίλος Νίκος είναι χριστιανός ορθόδοξος και εγώ είμαι μουσουλμάνος, αλλά ο όρος ‘κοσμοθεώρηση’ υπερβαίνει κατά πολύ τον όρο ‘θρησκεία’.

Το πως και το γιατί αυτό έχει έτσι είναι εύκολο να εξηγήσω: αν και οι θεολογικές απόψεις των Άρειου και Νεστόριου ήταν διαφορετικές από εκείνες των Πατέρων της Εκκλησίας, οι οποίοι τελικώς επικράτησαν στις Σύνοδους της Νικαίας, της Κωνσταντινούπολης, της Εφέσου και της Χαλκηδόνας, οι κοσμοθεωρήσεις τους ήταν ταυτόσημες. Και το αρχικό Ισλάμ είχε στην αρχή θεωρηθεί από τους χριστιανούς ως αίρεση και ως μορφή χριστολογικής έριδος πριν τελικά διαμορφωθεί ως ανεξάρτητη θρησκεία. Αλλά η κοσμοθεώρηση των ορθοδόξων χριστιανών, των μονοφυσιτών, των νεστοριανών, και των μουσουλμάνων είναι σε γενικές γραμμές η ίδια.

Κατά την πρώιμη περίοδο της γνωριμίας μας (2011-2013), ο φίλος Νίκος αρεσκόταν να περιγράφει τον εαυτό του ως μαθητή μου και οπαδό μου. Προσωπικά, έχω πολύ αρνητική άποψη για αμφότερους τους όρους. Βεβαίως, σε μία περίπτωση κατά την οποία κάποιος εγγραφέται ως φοιτητής στο πανεπιστήμιο όπου διδάσκει κάποιος άλλος, τότε μπορεί τυπικά και συμβατικά να ονομασθεί ‘μαθητής’ του. Όπως και στη περίπτωση κατά την οποία κάποιος εγγράφεται στην οργάνωση, στο κίνημα, ή στο κόμμα που ιδρύει κάποιος άλλος, τότε και πάλι τυπικά και συμβατικά μπορεί να ονομασθεί ‘οπαδός’ του. Αλλά βεβαίως δεν ισχύει κάτι τέτοιο αναφορικά με τον κ. Μπαϋρακτάρη και εμένα.

Οπότε, του συνέστησα να μη χρησιμοποιεί αυτούς τους όρους, οι οποίοι σε μεγάλο βαθμό είναι παραπλανητικοί. Δεν μου αρέσει και δεν θέλω να έχω είτε οπαδούς, είτε μαθητές. Η λέξη ‘οπαδός’ ετυμολογείται από το ρήμα ‘έπομαι’ και δηλώνει κάποιον (follower) που ακολουθεί κάποιον άλλο. Κανενός ανθρώπου προορισμός δεν είναι να ακολουθήσει κάποιον άλλο. Κανένας άνθρωπος δεν έρχεται στον κόσμο αυτό με καθήκον ή πεπρωμένο, να ‘ακολουθήσει’ δηλαδή κάποιον άλλο.

Ο Μωάμεθ δεν είχε οπαδούς, και όσοι τον αποδέχθηκαν ως προφήτη, ονομάζονται ‘Σαχάμπα’ (στον ενικό ‘Σαχάμπι’), κάτι που σημαίνει ‘σύντροφοι’. Ο Ιησούς δεν είχε οπαδούς αλλά ‘μαθητές’ (μεταφορικά ή συμβολικά εννοούμενο) και ακροατές. Ο Ιωνάς δεν είχε οπαδούς, ο Ηλίας δεν είχε οπαδούς, και ο Μωϋσής δεν είχε οπαδούς. Ο τελευταίος είχε την αποστολή να εξαγάγει εξ Αιγύπτου τους Εβραίους και τους Αιγύπτιους μονοθεϊστές, οι οποίοι τους ακολούθησαν. Ακόμη και στο Σινά, οι περισσότεροι μετανάστες, αν και ευρίσκονταν σε πολύ δύσκολες περιστάσεις, τον απαρνήθηκαν, ακολουθώντας επανειλημμένα την σατανική ειδωλολατρία και την θρησκευτική πορνεία. Κρινόμενη αυτή καθεαυτή η διάθεση ενός ανθρώπου να είναι οπαδός ενός άλλου ανθρώπου αποτελεί αμάρτημα και σαφή ένδειξη σατανισμού. Ο Αδάμ (άνθρωπος) δημιουργήθηκε για να ακολουθήσει τον προορισμό του και κανένα άλλο.

Τώρα, η έννοια ‘μαθητής’ εξαρτάται άμεσα από το τι θεωρούμε ‘μάθηση’. Βεβαίως κατά την προσπάθεια μίας έρευνας, μελέτης, αναζήτησης, εξέτασης, ή τεκμηρίωσης του ψυχικού κόσμου και στην διάρκεια μίας ψυχικής άσκησης μπορεί ενδεχομένως ένας περισσότερο έμπειρος ασκητής και ένας καλλίτερος γνώστης των πρακτικών να μπορεί να λειτουργήσει ως οδηγός σε άλλους. Όμως, αυτό ούτε καθιστά τον ίδιο ‘αρχηγό’ (ή ‘δάσκαλο’), ούτε τους άλλους ‘οπαδούς’ (ή ‘μαθητές’). Ο καλλίτερος δυνατός όρος για να περιγραφούν οι Απόστολοι της Χριστιανωσύνης κατά την διάρκεια της παρουσίας του Ιησού είναι ‘συνασκητές’.

Και αυτό έχει έτσι, επειδή αν θεωρήσουμε την μάθηση/εκμάθηση ως απόκτηση γνώσεων και εποπτική, συμπερασματική κρίση επί αποκτηθεισών γνώσεων, τότε θα εκπλαγούμε αν κυττάξουμε όλα αυτά υπό το μόνο σωστό οπτικό πρίσμα, δηλαδή εκείνο το οποίο δίνει δυνατότητα να δούμε το θέμα και στο ψυχικό σύμπαν και στον υλικό κόσμο. Αυτό το οπτικό πρίσμα ανευρίσκεται αυτούσιο σε αρχαία σουμεριακά, ασσυροβαβυλωνιακά και αιγυπτιακά κείμενα. Αρκεί να προσέξει κάποιος πως αντιλαμβάνονταν οι Αρχαίοι Αιγύπτιοι την ψυχή, για να εννοήσει την αντίληψή τους σχετικά με το τι είναι η ‘γνώση’ (εις αμφότερα τα σύμπαντα) και τι ουσιαστικά συμβαίνει κατά την διαδικασία της εκμάθησης/μάθησης. Παραθέτω τον σύνδεσμο μόνο και μόνο ενδεικτικά, δεδομένου ότι αναφέρει τα κατά τους Αρχαίους Αιγυπτίους εννέα τμήματα της ανθρώπινης ψυχής:

https://en.wikipedia.org/wiki/Ancient_Egyptian_conception_of_the_soul

Κα: το ανώτατο, πνευματικό τμήμα της ψυχής του ανθρώπου
Μπα, Κα και Αχ: τρία διαφορετικά επίπεδα της ανθρώπινης ψυχής
Αχ: μέσο-ανώτερο επίπεδο της ανθρώπινης ψυχής (σε υλικό επίπεδο ταυτιζόμενο/συνδεόμενο με τον νου)
Ιμπ: μέσο-ανώτερο επίπεδο της ανθρώπινης ψυχής (σε υλικό επίπεδο ταυτιζόμενο/συνδεόμενο με την καρδιά). Ομοιώματα Ιμπ αναπαριστάμενα σε φιλοτεχνημένο σάρδιο λίθο (καρνεόλη/carnelian)
Μπα¨το κατώτατο (‘αστρικό’) ψυχικό σώμα

Αμυδρή αίσθηση της αρχαίας αιγυπτιακής κοσμοθεώρησης και των ορισμών της αναφορικά με την γνωσιολογία (γνώση/μάθηση) διασώζει ο Πλάτωνας, ο οποίος από την Αρχαία Αίγυπτο άντλησε το σύνολο των προσλαμβανουσών παραστάσεων τις οποίες μεταφέρει / περιγράφει στα έργα του. Πολύ σωστά, ο Πλάτωνας ορίζει την γνώση/μάθηση ως ανάμνηση. Σχετικά με αυτό πρέπει να τονίσω ότι η σύγχυση του θέματος αυτού με την μετενσάρκωση (μετεμψύχωση) είναι κυρίως λάθος συγχρόνων ερμηνευτών.

Ουσιαστικά, όποιος γνωρίζει την πραγματική αλήθεια αναφορικά με ένα θέμα, δεν είναι ‘κάτοχος’ της γνώσης, ώστε να την ‘διδάξει’ σε κάποιον άλλο. Αυτοί οι δύο όροι είναι παραπλανητικοί και απόρροια παραπλάνησης. Στην σωστή του διάσταση, αυτό το συμβάν περιγράφεται ως εξής: όποιος ‘έμαθε’ την αλήθεια αναφορικά με ένα κάποιο θέμα απλά, είτε το θέλει είτε όχι, αντικατοπτρίζει την αλήθεια (δηλαδή την αντικειμενική πραγματικότητα) μέσα του, και από την ψυχή του στο σώμα του (καρδιά, μυαλό και ηλιακό πλέγμα).

Και όταν την ‘διδάσκει’ σε κάποιον άλλον, εκείνο το οποίο πραγματικά κάνει είναι να προβάλει τον αντικατοπτρισμό από την ψυχή του στην ψυχή του συνομιλητή του – κάτι που γίνεται μεν αυτόματα αλλά απαιτεί μεγάλη ψυχική εξάσκηση για να γίνει απολύτως συνειδητό. Η μόνη αλήθεια είναι η αντικειμενική πραγματικότητα, και μόνον αφαιρουμένων όλων των πιθανών υποκειμενισμών, εγωϊσμών και του ίδιου του ‘εγώ’ ενός ανθρώπου, μπορεί αυτή να ‘αποκτηθεί’, δηλαδή να ‘αντικατοπτρισθεί’ μέσα στην συνειδητή ψυχή του ανθρώπου, ο οποίος επέτυχε συνέργεια ψυχής και σώματος.

IVΔιαφορά οπτικών γωνιών

Όπως προανέφερα, η διαφορά οπτικών γωνιών ανάμεσα σε εμένα και τον κ. Μπαϋρακτάρη οφείλονται κυρίως στα διαφορετικά συμπεράσματα που εξάγουμε από τις κοσμοθεωρήσεις μας. Τι αυτό μπορεί να σημαίνει προδιατίθεμαι να εξηγήσω τώρα, έτσι ολοκληρώνοντας αυτό το σημείωμα. Ίσως είναι προτιμώτερο να αναφερθώ σε ένα σχετικά πρόσφατο συμβάν (μέσα στο 2021), δηλαδή μία μακρά επικοινωνία μου (σε voice-call ) με τον κ. Μπαϋρακτάρη.

Μία κάποια στιγμή εκείνος μου εζήτησε μία συνολική εποπτική κρίση για τις αναρτήσεις και τα κείμενά του, και τότε ξεκίνησε μία απρόσμενη συζήτηση. Όταν με ερώτησε αν υπήρχαν θέματα ή δημοσιεύσεις του με τα οποία διαφωνούσα, του απάντησα καταφατικά, και αναφέρθηκα στο γεγονός ότι σε πολλά κείμενά του ήθελε να προτείνει λύσεις σε όντως υπαρκτά προβλήματα (και η ύπαρξη και μόνον όλων των νεώτερων δυτικών κρατών αποτελεί από μόνη της πρόβλημα προς επίλυσιν) και, απαριθμώντας λύσεις, κατέληγε σε μορφές εξαιρετικής βίας, σκοτωμούς, φονικά και εξολόθρευση αντιπάλων.

Στο σημείο αυτό, πρέπει να τονίσω, ώστε να μην υπάρξει σύγχυση, ότι ως ιστορικός γνωρίζω πολύ καλά ότι η Ιστορία των Πολιτισμών ή η Ιστορία της Ανθρωπότητας αποτελεί ουσιαστικά μία Ιστορία Βίας. Χωρίς τις ποικίλες μορφές βίας δεν θα είχαν υπάρξει η Σουμέρ, το Ελάμ, η Αίγυπτος, η Ασσυρία, η Βαβυλώνα, οι Χιττίτες και τόσοι άλλοι αρχαίοι και ύστεροι πολιτισμοί. Και η αυτοκρατορική εξουσία αποτελεί βία, και η θρησκεία συνιστά βία, και η τέχνη συνίσταται σε βία, και οι πόλεμοι προϋποθέτουν βία, ίσως την λιγώτερο αιματηρή, αν κρίνουμε σωστά τις λεγόμενες ‘περιόδους ειρήνης’.

Και ο ψυχικός βίος αποτελεί τα τρομερώτερα μαρμαρένια αλώνια σύγκρουσης και απόλυτης βίας. Για να μη χρονοτριβήσω στο σημείο αυτό, θα αναφέρω το γνωστό και πολυσυζητημένο εδάφιο της Προς Εφεσίους Επιστολής. Αυτή είναι όντως η αληθινή πραγματικότητα του ψυχικού κόσμου:

«νδύσασθε τν πανοπλίαν το Θεο πρς τ δύνασθαι μς στναι πρς τς μεθοδείας το διαβόλου· τι οκ στιν μν  πάλη πρς αμα κα σάρκαλλ πρς τς ρχάςπρς τς ξουσίαςπρς τος κοσμοκράτορας το σκότους το αἰῶνος τούτουπρς τ πνευματικ τς πονηρίας ν τος πουρανίοις».

(Προς Εφεσίους ΣΤ’ 11-12)

Περικλείει τρομερή βία αυτό το κείμενο, και μάλιστα απείρως τρομερώτερη από κάθε υλική βία. Θα μπορούσα μάλιστα να αποκαλέσω το παραπάνω εδάφιο ως τον ορισμό της αυθεντικής (και όχι της σημερινής και τεχνηέντως παρερμηνευμένης) Τζιχάντ του Ισλάμ: αυτής η οποία αποκαλείται ‘Μείζων Τζιχάντ’. Πρόκειται για τον εσωτερικό ιερό πόλεμο τον οποίο οφείλει ο κάθε μουσουλμάνος να διεξάγει εφ’ όρου ζωής εντός του εαυτού του, αποκαθάροντας εαυτόν από αρνητισμούς και εγωϊσμούς, σατανικές παγίδες, και δαιμονικές επιβουλεύσεις, ορμές, τάσεις, επιθυμίες, σκέψεις και εσφαλμένα συναισθήματα. Ελάχιστα ενδεικτικά εδώ:

https://en.wikipedia.org/wiki/Jihad#Greater_and_Lesser_jihad

Ψυχικές ιεραρχίες και ψυχικοί πόλεμοι στην Αρχαία Ασσυρία: κανένας άλλος πολιτισμός στην Ιστορία της Ανθρωπότητας δεν άφησε τόσες περιγραφές και αναπαραστάσεις ψυχικών συγκρούσεων ανάμεσα σε αντίπαλες ιεραρχίες του ψυχικού σύμπαντος. Μπροστά τους κάθε σύγχρονη πυρηνική σύρραξη είναι ένα παιδικό παιχνίδι.

Σήμερα, όσοι κάνουν λόγο εναντίον της βίας είναι θλιβεροί, άθλιοι προπαγανδιστές του σατανισμού και υποστηρικτές της αισχρότερης και βρωμερώτερης τυραννίας την οποία η βάσκανος μοίρα επεφύλαξε στους ανθρώπους: της σημερινής, κτηνώδους ‘τάξης πραγμάτων’. Αυτή η τυραννία συντόμως θα ανατραπεί, τα στελέχη της και οι επικεφαλής της θα εξοντωθούν, και όλες οι δομές, υλικές μαρτυρίες και τα τεκμήρια της ύπαρξής της θα εξαφανισθούν. Ούτε καν η ανάμνηση αυτού του κόσμου δεν θα μείνει στους επιβιώσαντες.

Αλλά παρ’ όλα τα προαναφερόμενα, έχει μεγάλη σημασία να γνωρίζει κάποιος σε ποια συγκυρία ζει και τι ακριβώς τότε απαιτείται. Ο Ιωνάς εκήρυξε στην Νινευή, αλλά ο Ιησούς δεν εκήρυξε στην Ρώμη, ούτε και ο Μωάμεθ στην Κωνσταντινούπολη. Άλλη η βία των χρόνων του Μωϋσή και άλλη εκείνη των χρόνων του Σολομώντα. Ο Ηλίας έκαψε τα είδωλα των Φοινίκων και προέτρεψε τους πιστούς Ισραηλίτες Εβραίους (οι οποίοι είναι ολοτελώς άσχετοι των σημερινών ψευδο-Ισραηλινών Ασκενάζι Χαζάρων) να προβούν στην βιολογική εξόντωση των αντιπάλων του, αλλά ο Ζαχαρίας δολοφονήθηκε από τους προφητοκτόνους και γι’ αυτόν εμαρτύρησε ο Ιησούς. Άλλα τα χρόνια του Ουτ Ναπιστίμ (Νώε) και άλλα εκείνα του Αβραάμ, όσο κοντινές και αν είναι οι δύο περίοδοι.

Οπότε, εξήγησα στον κ. Μπαϋρακτάρη ότι η διαφωνία μου δεν είναι στο τι πρότεινε αλλά στο πότε πρότεινε όλα αυτά, δηλαδή στις μέρες μας, στην δεκαετία του 2010. Του είπα ότι θα είχε νόημα να προτείνει κάτι τέτοιο το 1930 ή το 1970, αλλά όχι στα τέλη του 2010. Επειδή του φάνηκε παράξενη η κρίση μου, του ζήτησα να θυμηθεί τις παρακλήσεις του Αβραάμ και τις απαντήσεις του Θεού για την καταστροφή ή όχι των Σοδόμων και της Γομόρρας — ότι δηλαδή και αν ακόμη ο Θεός θα εύρισκε εκεί έστω και δέκα (10) πραγματικούς πιστούς, δεν θα κατέστρεφε τις δύο πόλεις.

Πιο απτά και πιο συγκεκριμένα, τον έφερα αντιμέτωπο με τον εαυτό του. Τον ερώτησα λοιπόν κατά πόσο σίγουρος θα ήταν ότι, αν υπήρχε μία οργάνωση που θα μπορούσε να αναλάβει και να επιβάλει μία δικτατορία στην Ελλάδα, σκοτώνοντας ακόμη και πέντε (5) εκατομμύρια ανθρώπους (δηλαδή ολόκληρο τον κόσμο της εκεί σημερινής ελίτ και εξουσίας, συνεπώς το σύνολο των στελεχών του συστήματος και των συγγενών τους) και επίσης διώχνοντας όλους τους ξένους και λαθρομετανάστες έξω από την χώρα, τότε τα υπόλοιπα πέντε (5) εκατομμύρια που θα εναπέμεναν, θα μπορούσαν να φτειάξουν πλέον μία σωστή χώρα.

Οπότε, βεβαίως ο φίλος Νίκος αμέσως μου απάντησε ότι δεν ήταν ‘σίγουρος’ για κάτι τέτοιο, και τότε του συνέστησα ειλικρινά να μην προτείνει λύσεις βίας εκεί όπου δεν υφίστανται λύσεις. Κάθε είδους λύσεις. Προχώρησα τονίζοντας ότι είναι θέμα αν το 0.005% του σημερινού πληθυσμού της Ελλάδας μπορεί να φτειάξει πλέον μία σωστή και υγιά κοινωνία. Εντυπωσιασμένος εκείνος με ερώτησε έντονα «μόνο 500 άτομα;» και του απάντησα καταφατικά, χαρακτηρίζοντας τους υπολοίπους ως ανίατους, σεσηπότες, και πεπερασμένους. Μάλιστα προσέθεσα ότι αυτή είναι η συνολική κατάσταση στον δυτικό κόσμο, ενώ παρεμφερείς καταστάσεις ή και χειρότερες επικρατούν στον ισλαμικό κόσμο, στην Ινδία, στην Κίνα, και στον υπόλοιπο κόσμο.

Επειδή αντέδρασε, θέλησα να του δώσω ένα απτό παράδειγμα τέλους, επειδή η Ανθρωπότητα σήμερα έχει πλέον φθάσει στο αναπόφευκτο τέλος της, το οποίο ναι μεν έχουν προσχεδιάσει οι μυστικές οργανώσεις που κυριαρχούν στο παγκόσμιο σύστημα εξουσίας, αλλά -δυστυχώς για εκείνες- θα είναι και πολύ χειρότερο από τα σχέδιά τους, και αφανιστικό για τις ίδιες. Έτσι λοιπόν τον ερώτησα αν ειλικρινά ξέρει τι κάνει λέγοντας αυτά και προτείνοντας σκοτωμούς, και στην συνέχεια εξειδίκευσα:

– Είναι σαν να έφτασαν οι Άγγελοι στο σπίτι του Λωτ και κείνος τους πρότεινε να πάνε μαζί να σκοτώσουν τον μισό πληθυσμό των Σοδόμων και της Γομόρρας για να μπορέσουν να σωθούν οι άλλοι μισοί, να μη καταστραφούν οι δύο πόλεις, και να στηθεί μία σωστή κοινωνία εκεί στην συνέχεια. Εάν θα το επιχειρούσαν (κάτι στο οποίο δεν θα έδινα καμμία πιθανότητα), θα συνέχιζαν να σκοτώνουν μέχρις ότου εξαλείψουν όλους. Δεν ήταν λοιπόν πιο απλό και εύκολο που σηκώθηκαν κι έφυγαν αυτοί και έπεσε μετά η φωτιά και έκαψε όλους τους άλλους;  

Και εφόσον απευθυνόμουν σε χριστιανό ορθόδοξο, έκανα μία σύγκριση ανάμεσα στο τι πρότεινε ο φίλος Νίκος και στο τι συμβούλευε ο μακαριστός Παΐσιος. Συνέχισα λοιπόν λέγοντας ότι ο Παΐσιος μπορεί να μην έγραφε αλλά ήταν καλύτερος στο τι συμβούλευε. Τι έλεγε; ‘Πάτε σ’ ένα βουνό! Χτίστε μία καλύβα στην άκρη ενός χωραφιού! Οργώστε και καλλιεργείστε, έχετε από κοντά και μερικά ζωντανά, κι αυτό είναι όλο’!

Και αυτή είναι η πραγματικότητα την οποία ελάχιστοι μπορούν να αντικρύσουν: τον μόνο, τον οποίο ένας άνθρωπος μπορεί να σώσει είναι ο ίδιος ο εαυτός του.

Μία προσπάθεια διόρθωσης του ‘άλλου’ είναι μία υποσυνείδητη ομολογία ενός ανθρώπου ότι δεν μπορεί να σώσει τον εαυτό του. Και το ίδιο ισχύει σε συγκρούσεις κοινωνιών και εθνών.

Χρειάζεται να πάρει τέλος ο σημερινός κόσμος; Ασφαλώς! Αναφανδόν! Αλλά αν ένας άνθρωπος θελήσει να πάρει στα χέρια του το έργο, αυτό είναι μία έμμεση ομολογία απιστίας. Είναι σαν να θεωρεί ο άνθρωπος εκείνος τον Θεό ανίκανο να επιτελέσει το έργο. Θλιβερό.

Κανένας Ετάνα, Νινουρτά, Ώρος, Τασμισού, Σωσγιάντ, Μαϊτρέγια, Μεσσίας, Χριστός ή Μάχντι δεν πρόκειται να έλθει για να σώσει τους σημερινούς ανθρώπους. Όλα αυτά τα ονόματα δεν παραπέμπουν σε πολλούς και διαφορετικούς σωτήρες, αλλά αποτελούν διαφορετικές προσλήψεις του ίδιου εσχατολογικού, σωτηριολογικού και μεσσιανικού θέματος. Δεν είναι αρχαία εβραϊκή επινόηση ή υπερβατική ενόραση ο μεσσιανισμός. Ως θέμα προϋπήρχε των Εβραίων και στην Μεσοποταμία και στην Αίγυπτο.

Αλλά κάθε όραμα σχετικά με ένα Σωτήρα στο Τέλος αφορά αποκλειστικά και μόνον τους απειροελάχιστους, οι οποίοι θα έχουν ήδη σώσει ο καθένας τον εαυτό του, ολότελα απαρνούμενοι στις σημερινές συνθήκες ζωής. Είναι ακριβώς εκείνοι οι οποίοι θα έχουν ανάγκη των εκτάκτων αρωγών, τις οποίες μόνον ο Σωτήρας του Τέλους θα μπορεί να προσφέρει, όπως αναλογικά στην εποχή του προσέφερε ο Νώε στην οικογένειά του και στα ζώα τα οποία συνέλεξε στην Κιβωτό.

Αυτό είναι και το νόημα της γνωστής και τόσο κρίσιμης ιησουϊκής ρήσης «πολλο γάρ εσι κλητοί, λίγοι δ κλεκτοί» (Κατά Ματθαίον, ΚΔ’ 14). Και δυστυχώς αυτοί οι εκλεκτοί θα είναι πολύ λιγώτεροι των 500 εκ. ή των 50 εκ. ή των 5 εκ. ανθρώπων τους οποίους προγραμματίζει για δυνατή επιβίωση η απέραντος φιλευσπλαγχνία των ελευθεροτεκτόνων, των σιωνιστών και των ιησουϊτών αντίστοιχα.

Αυτή είναι περιληπτικά η διαφορά οπτικών γωνιών την οποία έχω με τον φίλο κ. Μπαϋρακτάρη. Παρά την εκτίμησή του για τις ‘απέραντες γνώσεις’ μου (?), για την οποία τον ευχαριστώ, ποτέ μου δεν αναζήτησα την γνώση με σκοπό τα οποιαδήποτε υλικά ανταλλάγματα, και ποτέ δεν επεδίωξα την σοφία από απλή περιέργεια. Έτσι, μπόρεσα να ανεύρω μέσα μου τον αντικατοπτρισμό ενός παρελθόντος, το οποίο αν και οι περισσότεροι αγνοούν και υπαρκτό είναι, και ‘εσαεί παρόν’ είναι! Και με αυτόν τον τρόπο αποκτούν και το πραγματικό τους νόημα οι αλλοιώς ακατανόητοι στίχοι τους οποίους πριν από σχεδόν 3000 χρόνια συνέθεσε ο Εκκλησιαστής (Ζ’ 23-24):  

Πάντα ταῦτα ἐπείρασα ἐν τῇ σοφίᾳ· εἶπα· σοφισθήσομαι, καὶ αὐτὴ ἐμακρύνθη ἀπ᾿ ἐμοῦ μακρὰν ὑπὲρ ὃ ἦν, καὶ βαθὺ βάθος, τίς εὑρήσει αὐτό;